ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙΕΛΕ 28/4/2010
«…Το πιθανότερο είναι, βέβαια, υπεροψίαν και μέθην
υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος.»
Κ.Π. Καβάφης, 1920
Το νομοσχέδιο που έδωσε στη δημοσιότητα το απόγευμα της Δευτέρας το Υπουργείο Παιδείας σε ό,τι αφορά τις ρυθμίσεις θεμάτων της ιδιωτικής εκπαίδευσης δεν αποτελεί προϊόν συναίνεσης. Η Υπουργός στο πλαίσιο της ανοιχτής διαβούλευσης σκηνοθέτησε έναν υπονομευμένο «διάλογο» για ν’ αγνοήσει τελικά τα σημεία συναίνεσης που προσεγγίστηκαν μεταξύ των θεσμικών συνομιλητών (Υπουργείου-εκπαιδευτικών-ιδιοκτητών) όπως καταγράφτηκαν και δόθηκαν στο νομοπαρασκευαστικό επιτελείο για να λάβουν τη νομική τους διατύπωση. Αντ’ αυτών στο κείμενο που δημοσιοποιήθηκε περιλήφθησαν διατάξεις που αποτελούν μονομερή διεκδίκηση των ιδιοκτητών οι οποίες όχι μόνο δεν έγιναν δεκτές από τους εκπαιδευτικούς, αλλά και επικρίθηκαν και από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου. Όμως, προφανώς, οι αποφάσεις λήφθηκαν σε τραπέζια παραδιαβούλευσης με εξωθεσμικούς συνομιλητές και απουσία των εκπαιδευτικών.
Με τις ρυθμίσεις αυτές οι εκπαιδευτικοί χάνουν εργασιακά δικαιώματα που κατέκτησαν σταδιακά σε βάθος 15ετιας αλλά κυρίως χάνουν την αναγνώριση του λειτουργού της εκπαίδευσης και επανέρχονται εν μια νυκτί στο status του «υπαλλήλου επιχείρησης», όπως είχε δηλωθεί γι’ αυτούς στη Βουλή το 1997, που απολύονται ελεύθερα και αναιτιολόγητα σε οποιαδήποτε φάση της σταδιοδρομίας τους.
Εκπαιδευτικοί που σήμερα υπηρετούν ως Σύμβουλοι προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στη δημόσια και στην ιδιωτική εκπαίδευση, εκπαιδευτικοί που επιτηρούν, διορθώνουν γραπτά και εξετάζουν στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμια, που διορίζονται από δημόσια αρχή, που σε θέματα αξιολόγησης κι επιμόρφωσης αντιμετωπίζονται από το νόμο ενιαία με τους δημόσιους εκπαιδευτικούς, που εποπτεύονται και προάγονται από δημόσιους λειτουργούς, που υπογράφουν ισότιμους απολυτήριους τίτλους μαθητών, έγκυρους για να τους εισαγάγουν στα πανεπιστήμια ή να τους δώσουν δικαίωμα συμμετοχής σε διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, που αποσπώνται, όπως και οι δημόσιοι, για να στελεχώσουν τον ευρύτερο δημόσιο τομέα ή δομές δια βίου εκπαίδευσης, που συνεισφέρουν στην ανανέωση της εκπαίδευσής μας συνεργαζόμενοι με το Υπουργείο Παιδείας, εκπαιδευτικοί ισοτίμων σχολείων με οργανικές θέσεις και συνταξιοδοτικό καθεστώς δημοσίου, παραδίδονται στο διευθυντικό δικαίωμα του επιχειρηματία που μπορεί πλέον ελεύθερα να τους απολύει ή να μειώνει το ωράριο τους (άρα και την αποζημίωσή τους, αν τους απολύσει).
Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς για το εάν η εργασιακή ανασφάλεια θα ενισχύσει τη νομιμότητα της λειτουργίας και την ποιότητα της εκπαίδευσης των ιδιωτικών σχολείων. Η απόφαση του ΣτΕ αρ. 622/2010 ύστερα από προσφυγή των ιδιοκτητών κατά του εργασιακού καθεστώτος που κατεδαφίζει σήμερα αυτοβούλως (;) η Υπουργός Παιδείας εγκαινιάζοντας τις ελεύθερες απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα, είναι σαφής: η εργασιακή ασφάλεια των εκπαιδευτικών ενισχύει την ποιότητα του έργου τους και τη νομιμότητα και είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας. Αντίθετα, η παραίτηση της πολιτείας από τη συνταγματική της υποχρέωση να εποπτεύει την εκπαίδευση στα ιδιωτικά σχολεία και η εκχώρησή της στα συμφέροντα της αγοράς μετατρέπει τα εκπαιδευτήρια σε πρατήρια.
Στο Νέο Σχολείο, προς το οποίο πορεύεται η Υπουργός με μοναδικούς συνοδοιπόρους της τους ιδιοκτήτες και με όλους τους εκπαιδευτικούς απέναντί της, δεν βρίσκεται «πρώτα ο μαθητής» αλλά «πρώτα το κέρδος».
υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος.»
Κ.Π. Καβάφης, 1920
Το νομοσχέδιο που έδωσε στη δημοσιότητα το απόγευμα της Δευτέρας το Υπουργείο Παιδείας σε ό,τι αφορά τις ρυθμίσεις θεμάτων της ιδιωτικής εκπαίδευσης δεν αποτελεί προϊόν συναίνεσης. Η Υπουργός στο πλαίσιο της ανοιχτής διαβούλευσης σκηνοθέτησε έναν υπονομευμένο «διάλογο» για ν’ αγνοήσει τελικά τα σημεία συναίνεσης που προσεγγίστηκαν μεταξύ των θεσμικών συνομιλητών (Υπουργείου-εκπαιδευτικών-ιδιοκτητών) όπως καταγράφτηκαν και δόθηκαν στο νομοπαρασκευαστικό επιτελείο για να λάβουν τη νομική τους διατύπωση. Αντ’ αυτών στο κείμενο που δημοσιοποιήθηκε περιλήφθησαν διατάξεις που αποτελούν μονομερή διεκδίκηση των ιδιοκτητών οι οποίες όχι μόνο δεν έγιναν δεκτές από τους εκπαιδευτικούς, αλλά και επικρίθηκαν και από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου. Όμως, προφανώς, οι αποφάσεις λήφθηκαν σε τραπέζια παραδιαβούλευσης με εξωθεσμικούς συνομιλητές και απουσία των εκπαιδευτικών.
Με τις ρυθμίσεις αυτές οι εκπαιδευτικοί χάνουν εργασιακά δικαιώματα που κατέκτησαν σταδιακά σε βάθος 15ετιας αλλά κυρίως χάνουν την αναγνώριση του λειτουργού της εκπαίδευσης και επανέρχονται εν μια νυκτί στο status του «υπαλλήλου επιχείρησης», όπως είχε δηλωθεί γι’ αυτούς στη Βουλή το 1997, που απολύονται ελεύθερα και αναιτιολόγητα σε οποιαδήποτε φάση της σταδιοδρομίας τους.
Εκπαιδευτικοί που σήμερα υπηρετούν ως Σύμβουλοι προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στη δημόσια και στην ιδιωτική εκπαίδευση, εκπαιδευτικοί που επιτηρούν, διορθώνουν γραπτά και εξετάζουν στις εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμια, που διορίζονται από δημόσια αρχή, που σε θέματα αξιολόγησης κι επιμόρφωσης αντιμετωπίζονται από το νόμο ενιαία με τους δημόσιους εκπαιδευτικούς, που εποπτεύονται και προάγονται από δημόσιους λειτουργούς, που υπογράφουν ισότιμους απολυτήριους τίτλους μαθητών, έγκυρους για να τους εισαγάγουν στα πανεπιστήμια ή να τους δώσουν δικαίωμα συμμετοχής σε διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, που αποσπώνται, όπως και οι δημόσιοι, για να στελεχώσουν τον ευρύτερο δημόσιο τομέα ή δομές δια βίου εκπαίδευσης, που συνεισφέρουν στην ανανέωση της εκπαίδευσής μας συνεργαζόμενοι με το Υπουργείο Παιδείας, εκπαιδευτικοί ισοτίμων σχολείων με οργανικές θέσεις και συνταξιοδοτικό καθεστώς δημοσίου, παραδίδονται στο διευθυντικό δικαίωμα του επιχειρηματία που μπορεί πλέον ελεύθερα να τους απολύει ή να μειώνει το ωράριο τους (άρα και την αποζημίωσή τους, αν τους απολύσει).
Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς για το εάν η εργασιακή ανασφάλεια θα ενισχύσει τη νομιμότητα της λειτουργίας και την ποιότητα της εκπαίδευσης των ιδιωτικών σχολείων. Η απόφαση του ΣτΕ αρ. 622/2010 ύστερα από προσφυγή των ιδιοκτητών κατά του εργασιακού καθεστώτος που κατεδαφίζει σήμερα αυτοβούλως (;) η Υπουργός Παιδείας εγκαινιάζοντας τις ελεύθερες απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα, είναι σαφής: η εργασιακή ασφάλεια των εκπαιδευτικών ενισχύει την ποιότητα του έργου τους και τη νομιμότητα και είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας. Αντίθετα, η παραίτηση της πολιτείας από τη συνταγματική της υποχρέωση να εποπτεύει την εκπαίδευση στα ιδιωτικά σχολεία και η εκχώρησή της στα συμφέροντα της αγοράς μετατρέπει τα εκπαιδευτήρια σε πρατήρια.
Στο Νέο Σχολείο, προς το οποίο πορεύεται η Υπουργός με μοναδικούς συνοδοιπόρους της τους ιδιοκτήτες και με όλους τους εκπαιδευτικούς απέναντί της, δεν βρίσκεται «πρώτα ο μαθητής» αλλά «πρώτα το κέρδος».
28.4.10
|
|
This entry was posted on 28.4.10
You can follow any responses to this entry through
the RSS 2.0 feed.
You can leave a response,
or trackback from your own site.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου