Με σημερινή της επιστολή προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ευ.
Τσακαλώτο, η ΟΙΕΛΕ ζητά τη διεξαγωγή άμεσου διαλόγου για την επιβολή 23%
ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση και την τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων
του ΣΥΡΙΖΑ και του πρωθυπουργού για απόσυρση του μέτρου.
Στην επιστολή τονίζονται οι δυσμενείς επιπτώσεις του μέτρου σε χιλιάδες μαθητές, γονείς και εργαζόμενους, ενώ γίνεται αναφορά στο ότι τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια κατά το Σύνταγμα δεν αποτελούν επιχειρήσεις, αλλά δημόσιους οργανισμούς εποπτευόμενους από την πολιτεία που παρέχουν κοινωνικό αγαθό και ισότιμους προς τα δημόσια τίτλους σπουδών, επομένως δεν μπορούν να φορολογηθούν.
Παραθέτουμε την επιστολή της Ομοσπονδίας στον Υπουργό Οικονομικών
Αθήνα, 25/9/2015
Αριθμ. Πρωτ:39973
ΠΡΟΣ
Τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ε. Τσακαλώτο
Κύριε Υπουργέ,
Είμαστε υποχρεωμένοι να επανέλθουμε στο φλέγον για την ιδιωτική εκπαίδευση ζήτημα της επιβολής ΦΠΑ 23% και να περιγράψουμε για μια ακόμη φορά τις ολέθριες συνέπειες του μέτρου σε χιλιάδες μαθητές, γονείς και εργαζόμενους.
Σύμφωνα με το άρθρο 16, παρ. 8 του Συντάγματος, τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια παρέχουν δημόσιο και κοινωνικό αγαθό και εκδίδουν ισότιμους με τα δημόσια σχολεία τίτλους σπουδών. Σύμφωνα, δε, με την πάγια νομολογία, δεν είναι επιχειρήσεις, αλλά δημόσιοι οργανισμοί που εποπτεύονται συστηματικά από το κράτος, ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα των παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών και η νομιμότητα των τίτλων τους. Το οργανωμένο κίνημα της εργασίας και ο κλάδος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών εδώ και τέσσερις δεκαετίες έχουν δώσει σκληρή μάχη, ώστε τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια να παραμείνουν ισότιμο κομμάτι του ενιαίου εκπαιδευτικού συστήματος, κυρίως για να διαφυλαχθεί το κοινωνικό αγαθό της Παιδείας και να μην οξυνθούν περαιτέρω οι ανισότητες. Η φορολόγηση των σχολείων με 23% ΦΠΑ τα καθιστά αυτομάτως επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται ο ρόλος που τους επιφυλάσσει το Σύνταγμα και να ανοίγει η κερκόπορτα για την εισαγωγή των όρων της ασύδοτης αγοράς στην εκπαίδευση, καθώς η κρατική εποπτεία πλέον θα είναι αδύνατον να εφαρμοστεί.
Tο τελευταίο διάστημα επιχειρείται στο δημόσιο λόγο η δαιμονοποίηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης δια του χαρακτηρισμού της ως αποκλειστικού προνομίου της ελίτ. Εάν πράγματι το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας ήταν πλήρες, τούτο θα ίσχυε. Γνωρίζετε, όμως, πως η δημόσια εκπαίδευση, ιδίως έπειτα από την πενταετή άσκηση ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών, έχει αποδυναμωθεί, με αποτέλεσμα χιλιάδες οικογένειες να αναγκάζονται να καταφύγουν στα ιδιωτικά σχολεία που παρέχουν βασικές εκπαιδευτικές υπηρεσίες, οι οποίες συχνά δεν παρέχονται από τα δημόσια, όπως πχ η ολοήμερη λειτουργία που αφορά πολλούς εργαζόμενους γονείς.
Πράγματι υπάρχουν κάποια ιδιωτικά εκπαιδευτήρια – που αποτελούν ελάχιστο τμήμα της ιδιωτικής εκπαίδευσης – τα οποία απευθύνονται σε υψηλά εισοδηματικά στρώματα και έχουν ιδιαίτερα ακριβά δίδακτρα. Όμως η μεγάλη πλειονότητα των ιδιωτικών σχολείων είναι τα λεγόμενα ιδιωτικά της γειτονιάς που απευθύνονται στη μέση οικογένεια και τα μηνιαία δίδακτρά τους είναι κατά κανόνα χαμηλότερα ακόμη και από τα μηνιαία δίδακτρα των παιδικών σταθμών στους οποίους προσφεύγουν πλέον, λόγω της ανεπάρκειας παροχής υπηρεσιών από το κράτος, οι περισσότεροι γονείς.
Είχαμε και στην προηγούμενη επιστολή μας προς εσάς επισημάνει τις δραματικές συνέπειες της εφαρμογής του μέτρου. Χιλιάδες μαθητές θα αναγκαστούν να αλλάξουν βίαια εκπαιδευτικό περιβάλλον, οι γονείς τους θα βρεθούν σε απόγνωση λόγω της ανατροπής του οικογενειακού τους προγραμματισμού, ενώ εκατοντάδες εργαζόμενοι (εκπαιδευτικό και λοιπό βοηθητικό προσωπικό) θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη λαίλαπα της ανεργίας, καθώς είναι μαθηματικά βέβαιο πάρα πολλά ιδιωτικά σχολεία θα κλείσουν. Επιπλέον, είναι εξαιρετικά αμφίβολο, εάν η δημόσια εκπαίδευση στην παρούσα δύσκολη συγκυρία έχει τη δυνατότητα να δεχθεί το κύμα των αποχωρησάντων μαθητών από τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια.
Είναι, επίσης, βέβαιο ότι τα σχολεία που θα παραμείνουν ανοικτά θα καταφύγουν σε μεθόδους φοροδιαφυγής (μειωμένες αποδείξεις και τιμολόγια) προκειμένου να επιβιώσουν, με αποτέλεσμα να εκμηδενίζεται η όποια πιθανότητα απόδοσης του μέτρου και να γιγαντώνεται η ανομία.
Οφείλουμε, ακόμη, να επισημάνουμε ότι το εν λόγω μέτρο χτυπά βάναυσα μια ακόμη κατηγορία παρόχων ιδιωτικής εκπαίδευσης, τα ιδιωτικά ΙΕΚ, στα οποία προσφεύγουν κατά κανόνα τα παιδιά των μη προνομιούχων. Τα δίδακτρα των ιδιωτικών ΙΕΚ είναι εξαιρετικά χαμηλά και επιτρέπουν έτσι σε χιλιάδες σπουδαστές να αποκτούν μια πιστοποίηση προσόντων που τους επιτρέπει την είσοδο στην απασχόληση, ενώ πρέπει να σημειωθεί πως οι περισσότεροι από αυτούς εργάζονται για να αποπληρώσουν το κόστος των σπουδών τους. Η επιβολή του ΦΠΑ θα δημιουργήσει τεράστιο ζήτημα σ’ αυτή την κατηγορία νέων ανθρώπων, καθώς οι περισσότεροι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στην αύξηση των διδάκτρων, με αποτέλεσμα να περιθωριοποιηθούν εκπαιδευτικά και να πυκνώσουν τον ήδη μεγάλο αριθμό των NEETs (νέοι έξω από την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την απασχόληση) που στην Ελλάδα έχει ήδη ξεπεράσει το 17% του συνολικού νεανικού πληθυσμού.
Θεωρούμε επιβεβλημένη τη διεξαγωγή διαλόγου για το θέμα, ενός διαλόγου που θα έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί πριν την ψήφιση της εν λόγω ρύθμισης. Ζητούμε, Κύριε Υπουργέ, να δεχτείτε το συντομότερο δυνατόν τους εκπροσώπους της Ομοσπονδίας μας, για να σας παρουσιάσουμε αναλυτικά όλα τα στατιστικά στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ για το ζήτημα και που αποδεικνύουν ότι η επιβολή του εν λόγω μέτρου είναι κοινωνικά άδικη και θα προκαλέσει δυσμενέστατες επιπτώσεις σε πολύ μεγάλο αριθμό πολιτών.
Ελπίζουμε, τέλος, η κυβέρνηση να τηρήσει την προεκλογική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ και του πρωθυπουργού προσωπικά για απόσυρση του μέτρου και για την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων κάλυψης του χρηματοδοτικού κενού.
Στην επιστολή τονίζονται οι δυσμενείς επιπτώσεις του μέτρου σε χιλιάδες μαθητές, γονείς και εργαζόμενους, ενώ γίνεται αναφορά στο ότι τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια κατά το Σύνταγμα δεν αποτελούν επιχειρήσεις, αλλά δημόσιους οργανισμούς εποπτευόμενους από την πολιτεία που παρέχουν κοινωνικό αγαθό και ισότιμους προς τα δημόσια τίτλους σπουδών, επομένως δεν μπορούν να φορολογηθούν.
Παραθέτουμε την επιστολή της Ομοσπονδίας στον Υπουργό Οικονομικών
Αθήνα, 25/9/2015
Αριθμ. Πρωτ:39973
ΠΡΟΣ
Τον Υπουργό Οικονομικών κ. Ε. Τσακαλώτο
Κύριε Υπουργέ,
Είμαστε υποχρεωμένοι να επανέλθουμε στο φλέγον για την ιδιωτική εκπαίδευση ζήτημα της επιβολής ΦΠΑ 23% και να περιγράψουμε για μια ακόμη φορά τις ολέθριες συνέπειες του μέτρου σε χιλιάδες μαθητές, γονείς και εργαζόμενους.
Σύμφωνα με το άρθρο 16, παρ. 8 του Συντάγματος, τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια παρέχουν δημόσιο και κοινωνικό αγαθό και εκδίδουν ισότιμους με τα δημόσια σχολεία τίτλους σπουδών. Σύμφωνα, δε, με την πάγια νομολογία, δεν είναι επιχειρήσεις, αλλά δημόσιοι οργανισμοί που εποπτεύονται συστηματικά από το κράτος, ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα των παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών και η νομιμότητα των τίτλων τους. Το οργανωμένο κίνημα της εργασίας και ο κλάδος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών εδώ και τέσσερις δεκαετίες έχουν δώσει σκληρή μάχη, ώστε τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια να παραμείνουν ισότιμο κομμάτι του ενιαίου εκπαιδευτικού συστήματος, κυρίως για να διαφυλαχθεί το κοινωνικό αγαθό της Παιδείας και να μην οξυνθούν περαιτέρω οι ανισότητες. Η φορολόγηση των σχολείων με 23% ΦΠΑ τα καθιστά αυτομάτως επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται ο ρόλος που τους επιφυλάσσει το Σύνταγμα και να ανοίγει η κερκόπορτα για την εισαγωγή των όρων της ασύδοτης αγοράς στην εκπαίδευση, καθώς η κρατική εποπτεία πλέον θα είναι αδύνατον να εφαρμοστεί.
Tο τελευταίο διάστημα επιχειρείται στο δημόσιο λόγο η δαιμονοποίηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης δια του χαρακτηρισμού της ως αποκλειστικού προνομίου της ελίτ. Εάν πράγματι το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας ήταν πλήρες, τούτο θα ίσχυε. Γνωρίζετε, όμως, πως η δημόσια εκπαίδευση, ιδίως έπειτα από την πενταετή άσκηση ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών, έχει αποδυναμωθεί, με αποτέλεσμα χιλιάδες οικογένειες να αναγκάζονται να καταφύγουν στα ιδιωτικά σχολεία που παρέχουν βασικές εκπαιδευτικές υπηρεσίες, οι οποίες συχνά δεν παρέχονται από τα δημόσια, όπως πχ η ολοήμερη λειτουργία που αφορά πολλούς εργαζόμενους γονείς.
Πράγματι υπάρχουν κάποια ιδιωτικά εκπαιδευτήρια – που αποτελούν ελάχιστο τμήμα της ιδιωτικής εκπαίδευσης – τα οποία απευθύνονται σε υψηλά εισοδηματικά στρώματα και έχουν ιδιαίτερα ακριβά δίδακτρα. Όμως η μεγάλη πλειονότητα των ιδιωτικών σχολείων είναι τα λεγόμενα ιδιωτικά της γειτονιάς που απευθύνονται στη μέση οικογένεια και τα μηνιαία δίδακτρά τους είναι κατά κανόνα χαμηλότερα ακόμη και από τα μηνιαία δίδακτρα των παιδικών σταθμών στους οποίους προσφεύγουν πλέον, λόγω της ανεπάρκειας παροχής υπηρεσιών από το κράτος, οι περισσότεροι γονείς.
Είχαμε και στην προηγούμενη επιστολή μας προς εσάς επισημάνει τις δραματικές συνέπειες της εφαρμογής του μέτρου. Χιλιάδες μαθητές θα αναγκαστούν να αλλάξουν βίαια εκπαιδευτικό περιβάλλον, οι γονείς τους θα βρεθούν σε απόγνωση λόγω της ανατροπής του οικογενειακού τους προγραμματισμού, ενώ εκατοντάδες εργαζόμενοι (εκπαιδευτικό και λοιπό βοηθητικό προσωπικό) θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη λαίλαπα της ανεργίας, καθώς είναι μαθηματικά βέβαιο πάρα πολλά ιδιωτικά σχολεία θα κλείσουν. Επιπλέον, είναι εξαιρετικά αμφίβολο, εάν η δημόσια εκπαίδευση στην παρούσα δύσκολη συγκυρία έχει τη δυνατότητα να δεχθεί το κύμα των αποχωρησάντων μαθητών από τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια.
Είναι, επίσης, βέβαιο ότι τα σχολεία που θα παραμείνουν ανοικτά θα καταφύγουν σε μεθόδους φοροδιαφυγής (μειωμένες αποδείξεις και τιμολόγια) προκειμένου να επιβιώσουν, με αποτέλεσμα να εκμηδενίζεται η όποια πιθανότητα απόδοσης του μέτρου και να γιγαντώνεται η ανομία.
Οφείλουμε, ακόμη, να επισημάνουμε ότι το εν λόγω μέτρο χτυπά βάναυσα μια ακόμη κατηγορία παρόχων ιδιωτικής εκπαίδευσης, τα ιδιωτικά ΙΕΚ, στα οποία προσφεύγουν κατά κανόνα τα παιδιά των μη προνομιούχων. Τα δίδακτρα των ιδιωτικών ΙΕΚ είναι εξαιρετικά χαμηλά και επιτρέπουν έτσι σε χιλιάδες σπουδαστές να αποκτούν μια πιστοποίηση προσόντων που τους επιτρέπει την είσοδο στην απασχόληση, ενώ πρέπει να σημειωθεί πως οι περισσότεροι από αυτούς εργάζονται για να αποπληρώσουν το κόστος των σπουδών τους. Η επιβολή του ΦΠΑ θα δημιουργήσει τεράστιο ζήτημα σ’ αυτή την κατηγορία νέων ανθρώπων, καθώς οι περισσότεροι δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στην αύξηση των διδάκτρων, με αποτέλεσμα να περιθωριοποιηθούν εκπαιδευτικά και να πυκνώσουν τον ήδη μεγάλο αριθμό των NEETs (νέοι έξω από την εκπαίδευση, την κατάρτιση και την απασχόληση) που στην Ελλάδα έχει ήδη ξεπεράσει το 17% του συνολικού νεανικού πληθυσμού.
Θεωρούμε επιβεβλημένη τη διεξαγωγή διαλόγου για το θέμα, ενός διαλόγου που θα έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί πριν την ψήφιση της εν λόγω ρύθμισης. Ζητούμε, Κύριε Υπουργέ, να δεχτείτε το συντομότερο δυνατόν τους εκπροσώπους της Ομοσπονδίας μας, για να σας παρουσιάσουμε αναλυτικά όλα τα στατιστικά στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ για το ζήτημα και που αποδεικνύουν ότι η επιβολή του εν λόγω μέτρου είναι κοινωνικά άδικη και θα προκαλέσει δυσμενέστατες επιπτώσεις σε πολύ μεγάλο αριθμό πολιτών.
Ελπίζουμε, τέλος, η κυβέρνηση να τηρήσει την προεκλογική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ και του πρωθυπουργού προσωπικά για απόσυρση του μέτρου και για την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων κάλυψης του χρηματοδοτικού κενού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.