Ιδιαίτερα
κρίσιμη και σημαντική η απόφαση του ΣτΕ (1251/2024) με την οποία ουσιαστικά
εξομοιώνεται η διαδικασία μοριοδότησης των ιδιωτικών με αυτήν των δημόσιων
εκπαιδευτικών. Η απόφαση αυτή έρχεται σε συνέχεια της πάγιας νομολογίας του ΣτΕ
(ιδιαίτερα την απόφαση 622/2010), σύμφωνα με την οποία θα πρέπει
ο νομοθέτης να πρέπει να θεσπίζει καλές εργασιακές σχέσεις, κατά το δυνατόν κοντά στο καθεστώς των υπηρετούντων στα
δημόσια σχολεία, ώστε να αποφεύγεται το κύμα απολύσεων/παραιτήσεων.
Πράγματι, το γεγονός ότι περίπου
4000 ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί (άνω του 40% του συνόλου) έχουν φύγει από τις θέσεις τους την τελευταία τριετία,
αποτελεί πρόβλημα, όχι μόνο για τα ιδιωτικά σχολεία, αλλά για το σύνολο του
εκπαιδευτικού συστήματος. Η συστημική αυτή «ανωμαλία» θα πρέπει άμεσα να θεραπευθεί
με παρεμβάσεις, σύμφωνες με τις ορθολογικές προτάσεις της
ΟΙΕΛΕ, ώστε να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα
αυτά που ωθούν τους εκπαιδευτικούς να φεύγουν μαζικά από τους χώρους εργασίας
τους. Οι παρεμβάσεις αυτές καθίστανται πλέον επιτακτικές, από τη στιγμή που μεγάλο τμήμα των ιδιοκτητών δεν
δείχνει τη διάθεση για παροχή ηθικών και οικονομικών κινήτρων και εντατικοποιεί
συνεχώς την εργασία στα ιδιωτικά σχολεία.
Με την απόφαση αυτή του ΣτΕ που δίδει
τη δυνατότητα μοριοδότησης των εκπαιδευτικών που παραιτούνται στον
Πίνακα του ΑΣΕΠ, πολλά
ιδιωτικά σχολεία, ιδίως της πρωτοβάθμιας, αν συνεχίσει το ίδιο νομοθετικό, αλλά
και εργασιακό καθεστώς, θα αντιμετωπίσουν προβληματα λειτουργίας και εύρεσης
προσωπικού. Επιβεβαιώνεται έτσι η
ΟΙΕΛΕ που σχολίασε στην δημοσίευση της μεγάλης έρευνάς μας για το Big Quit ότι:
«Με βάση τα κυριότερα ευρήματα που
παρουσιάζονται στη συνέχεια, το ιδιωτικό σχολείο του σήμερα δεν αποτελεί πλέον
ελκυστικό περιβάλλον εργασίας.
Η απλήρωτη εργασία, κυρίως οι υπερωρίες και
οι απογευματινές δράσεις, η έλλειψη οικονομικών κινήτρων (κι όλα αυτά σε
περίοδο άνθησης στην ιδιωτική εκπαίδευση), ζητήματα αξιοκρατίας και εσωτερικής
δημοκρατίας διαμορφώνουν χαμηλό ηθικό και επιφέρουν χαμηλό βαθμό επαγγελματικής
ικανοποίησης. Από τα στοιχεία αυτά αιτιολογείται το φαινόμενο του Big Quit και στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης με εκατοντάδες
ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς να αναζητούν άλλη επαγγελματική στέγη τα τελευταία
χρόνια και τα ιδιωτικά σχολεία να αντιμετωπίζουν πλέον πρόβλημα εύρεσης
ειδικοτήτων αιχμής (π.χ δάσκαλοι, καθηγητές πληροφορικής).»
Μια πρώτη ανάγνωση της απόφασης από τον νομικό μας
σύμβουλο Γιώργο Μελισσάρη
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας,
με την υπ’αριθμ. 1251/2024 απόφασή της, το κείμενο της οποίας δημοσιεύθηκε
σήμερα, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι οι διατάξεις του άρθρ. 61 παρ.4 περ. ζ’ του
Ν. 4589/2019, κατά το μέρος που εξαιρείται η μοριοδότηση της
εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας των υποψηφίων, εκτός εάν ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός έχει απολυθεί λόγω
καταργήσεως της σχολικής μονάδας, τάξεως ή τμήματος ή λόγω καταγγελίας της
συμβάσεως εργασίας, είναι αντισυνταγματικές, ακυρώνει δε εν μέρει την
υπ’αριθμ. 2ΓΕ/2019 Προκήρυξη του ΑΣΕΠ για κατάταξη εκπ/κών δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης διαφόρων κλάδων.
Επιβεβαιώνεται για άλλη μία φορά η
νομολογία του ΣτΕ ότι δηλαδή η παιδεία ανάγεται σε βασική αποστολή του Κράτους, για το λόγο αυτό θεσπίζεται η εποπτεία του τελευταίου
επί των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, με συνέπεια την
έντονη ρυθμιστική παρέμβαση του νομοθέτη στην οργάνωση και λειτουργία τους,
καθώς και στην υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού τους. Η παρεχόμενη στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια εκπαίδευση
είναι, σύμφωνα με τον νόμο, κατά βάση ομοίου τύπου και περιεχομένου με την
παρεχόμενη από τα κρατικά γι’ αυτό οι χορηγούμενοι από αυτά τίτλοι σπουδών, το
περιεχόμενο των οποίων καθορίζεται από το Κράτος κατά τρόπο ενιαίο με τους
αντίστοιχους τίτλους της δημοσίας εκπαιδεύσεως, είναι ισότιμοι με τους
παρεχόμενους από τα δημόσια εκπαιδευτήρια, το δε
υπηρεσιακό καθεστώς των υπηρετούντων εκπαιδευτικών προσεγγίζει αυτό των
υπηρετούντων στη δημόσια εκπαίδευση, ενώ εξ άλλου, το διδακτικό προσωπικό των ιδιωτικών
εκπαιδευτηρίων έχει τα ίδια προσόντα που απαιτούνται για το προσωπικό των
δημόσιων σχολείων.
Αναφορικά με το ζήτημα της καθ’ ολοκληρίαν
μη μοριοδότησης κατά τη διαδικασία συντάξεως των πινάκων κατατάξεως, της
προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση με μόνη εξαίρεση τις περιπτώσεις της
απολύσεως λόγω καταργήσεως της σχολικής μονάδας, τάξεως ή τμήματος ή λόγω
καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας (περ. ζ΄ της παρ. 4 του άρθρου 61 του ν.
4589/2019), η απόφαση δέχεται ότι «…παραβιάζει
τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αξιοκρατίας οι οποίες διέπουν την
απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία και υπερακοντίζει τον σκοπό του νόμου που
έγκειται στον διορισμό στη δημόσια εκπαίδευση των πλέον άξιων και έμπειρων από
τους υποψηφίους, ώστε να εκπληρωθεί με τον λυσιτελέστερο τρόπο η εκ του άρθρου
16 παρ. 2 του Συντάγματος κρατική υποχρέωση προς παροχή παιδείας υψηλού
επιπέδου…». Αναγνωρίζει την ιδιαίτερη σημασία της
εκπαιδευτικής εμπειρίας την οποία αναγάγει σε κριτήριο απόδειξης ικανότητας των
υποψηφίων να ασκήσουν εκπαιδευτικό έργο, ανεξαρτήτως του τρόπου πρόσληψης των
εκπαιδευτικών (δημοσίων ή ιδιωτικών), ενώ αξιολογεί ότι η πρόθεση του νομοθέτη
του Ν. 4589/2019 είναι η προστασία της θέσης εργασίας και όχι η στελέχωση των
σχολικών μονάδων
Η
απόφαση αυτή αφορά προφανώς τους προσφεύγοντες εκπαιδευτικούς. Επειδή όμως έχει ευρύτερες διαστάσεις αφού υπάρχουν
κατηγορίες εκπαιδευτικών που είτε δεν διορίστηκαν ή καθυστέρησαν να διοριστούν
λόγω της μη προσμέτρησης της προϋπηρεσίας τους με βάση τη συγκεκριμένη
προκήρυξη, είτε μπορεί να συμμετείχαν ή όχι στην κατάρτιση των πινάκων με
σχετική αίτηση και επειδή στη νομολογία έχουν κατά καιρούς τεθεί ζητήματα
αναδρομικών διορισμών ή διεκδίκησης μισθολογικών αξιώσεων,
η ΟΙΕΛΕ και η νομική της ομάδα, μετά από σύσκεψη με Καθηγητές Δημοσίου Δικαίου,
θα εξετάσει άμεσα όλες τις παραμέτρους και θα εκδώσει νεώτερη ανακοίνωση για τις ενδεχόμενες
αξιώσεις που τυχόν εγείρονται από μη συμμετέχοντες στη συγκεκριμένη δίκη
εκπαιδευτικούς.
Δείτε εδώ την απόφαση του ΣτΕ 1251/2024